Συνεχίζεται και σήμερα, Πέμπτη ο γύρος των καταθέσεων για τον θάνατο της 9χρονης Τζωρτζίνας, με τους γιατρούς του «Αγλαΐα Κυριακού» και του «Ωνασείου», όπου νοσηλεύτηκε το άτυχο παιδί, να περνούν την πόρτα της 18ης ανακρίτριας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, έχουν καταθέσει 25 γιατροί και νοσηλευτές από το νοσοκομείο της Πάτρας και οι νέες μαρτυρίες θα δώσουν εικόνα για το τι συνέβη κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της Τζωρτζίνας.
Παράλληλα, στο «μικροσκόπιο» ειδικού πραγματογνώμονα τίθενται επισήμως οι ζωγραφιές της 9χρονης.
Η ανακρίτρια Χριστίνα Σαλάππα έδωσε εντολή για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης στις ζωγραφιές της Τζωρτζίνας που βρέθηκαν στο σπίτι της οικογένειας στην Πάτρα, προκειμένου μέσα από αυτές να αντληθούν κρίσιμα στοιχεία σχετικά με το ψυχολογικό προφίλ του παιδιού.
Η πραγματογνωμοσύνη θα διενεργηθεί από παιδοψυχολόγο που καλείται μέσα σε εύλογο χρόνο να αποκωδικοποιήσει όσα απεικόνιζε το κορίτσι σε συγκεκριμένες ζωγραφιές που έκανε λίγο πριν το βασανιστικό θάνατό της με κεταμίνη.
Πώς περιγράφουν τη Ρούλα Πισπιρίγκου οι γιατροί
«Αδιάφορη» περιγράφουν τη Ρούλα Πισπιρίγκου, γιατροί και νοσηλευτές σε όλες τις κρίσιμες στιγμές της Τζωρτζίνας, ενώ την χαρακτηρίζουν σχεδόν εμμονική ως προς το να εισαχθεί στο νοσοκομείο το παιδί.
Μάλιστα, όπως περιέγραψε η γιατρός, η οποία ήταν το πρώτο πρόσωπο που συνάντησε στο νοσοκομείο την μικρή Τζωρτζίνα στα επείγοντα περιστατικά, η Ρούλα Πισπιρίγκου εμφανίστηκε στο νοσοκομείο λέγοντας πως το κοριτσάκι της είχε εμφανίσει νωρίτερα σπασμούς, χωρίς όμως να είναι σαφής και συγκεκριμένη.
«Εμφανίστηκε με την κόρη της, έλεγε πως το παιδάκι έχει σπασμούς, αλλά όταν την ρώτησα πιο συγκεκριμένα πράγματα, δεν ήταν σε θέση να απαντήσει. Αν και ήταν ασαφής ως προς τι ακριβώς εμφάνισε το παιδί, εμείς κάναμε κανονικά εισαγωγή για να γίνουν περισσότερες εξετάσεις, οι οποίες ήταν όλες καθαρές. Μάλιστα, στο νοσοκομείο δεν έκανε κάποιο επεισόδιο» φέρεται να κατέθεσε μεταξύ άλλων στην ανακρίτρια η συγκεκριμένη γιατρός.
Συγκλονιστικές λεπτομέρειες ήρθαν στη δημοσιότητα και από την κατάθεση του παιδοκαρδιολόγου της Τζωρτζίνας στο Ωνάσειο, Γιάννη Παπαγιάννη, ο οποίος περιέγραψε στην κατάθεση του πώς και γιατί μπήκε η συσκευή του απινιδωτή και βηματοδότη στην Τζωρτζίνα, αν και πότε λειτούργησε, καθώς και τα σήματα που έστελνε η μητέρα χωρίς να καταγράφεται κάτι ανησυχητικό από το μηχάνημα.
«Θέλω να σας πω ότι η καρδιά του συγκεκριμένου παιδιού υπέστη μία πολύ μεγάλη δοκιμασία κατά τη διάρκεια του πρώτου περιστατικού ανακοπής στο Καραμανδάνειο, όπου επί πενήντα λεπτά βρισκόταν σε καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση, κατά την οποία η οξυγόνωση και η αιμάτωση πάντοτε είναι κατώτερη του φυσιολογικού και εντούτοις δεν διαπιστώθηκε η παραμικρή δυσλειτουργία της, γεγονός που συνηγορεί τόσο για τις εξαιρετικές προσπάθειες των γιατρών, όσο και για την άριστη ποιότητα της καρδιάς», φέρεται να λέει ο κ. Παπαγιάννης.
«Το παιδί ήρθε με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο μας και νοσηλεύτηκε από το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου μέχρι και τις αρχές Ιουνίου. (…). Καθ΄ όλη τη διάρκεια της νοσηλείας του βρισκόταν στην Παιδοκαρδιολογική Μονάδα Εντατικής Θεραπείας υπό συνεχή παρακολούθηση σε μόνιτορ. Το παιδί υπεβλήθη σε πλήρη καρδιολογικό έλεγχο ο οποίος περιελάμβανε ηλεκτροκαρδιογράφημα, υπερηχογράφημα καρδιάς, φαρμακευτική δοκιμασία προκαϊναμίδης, για το Σύνδρομο Brugada και είχε επίσης υποβληθεί σε εκτεταμένο γενετικό έλεγχο για την πιθανότητα ύπαρξης κάποιου γενετικού αρρυθμιογόνου αιτίου αιφνίδιου θανάτου – καρδιακής ανακοπής. (…) Κατά τον έλεγχο όλων αυτών που σας προανέφερα δεν διαπιστώθηκαν αρρυθμιογόνα σύνδρομα, ούτε συγγενείς ή επίκτητες καρδιοπάθειες, ούτε μυοκαρδιοπάθειες, ενώ η λειτουργία της καρδιάς ήταν απολύτως φυσιολογική» φέρεται να εξηγεί.
Οι εξετάσεις της Τζωρτζίνας ήταν πολύ καλές, αλλά τοποθετήθηκε η συσκευή του απινιδωτή και του βηματοδότη, ύστερα από επιθυμία των γονιών της.
«Έγινε πλήρης καρδιολογικός έλεγχος, αποφασίστηκε η τοποθέτηση του απινιδωτή για την αντιμετώπιση τυχόν άγνωστου αίτιου αιφνίδιου θανάτου, το οποίο όμως εμείς καθόλη τη διάρκεια της νοσηλείας του δεν είχαμε διαγνώσει. Η τοποθέτηση του απινιδωτή ήταν επιθυμία των γονέων, παρά την απουσία σαφούς καρδιολογικής διάγνωσης».
Όπως εξηγεί ο ιδιος, η συσκευή μπήκε και ορίστηκε ένα κατώτερο όριο 60 σφύξεων και ένα ανώτατο όριο 222, πάνω από το οποίο θα σήμαινε κόκκινος συναγερμός και ο γιατρός θα ειδοποιούνταν με μήνυμα. Ωστόσο, το μηχάνημα δεν έστειλε ποτέ σήμα, αλλά τα μόνα μηνύματα που έλαβε ο γιατρός ήταν περίπου 190 στον αριθμό από την Ρούλα Πισπιρίγκου, που του ζητούσε να την ενημερώνει για τη λειτουργία της καρδιάς της Τζωρτζίνας.
«Μετά την τοποθέτηση του απινιδωτή λάμβανε μονίμως πληροφορίες, κατόπιν ενεργοποίησης του από τη μητέρα, λόγω ανησυχίας για την κατάσταση του παιδιού. Σε όλα αυτά τα μηνύματα, δεν κατεγράφη κανένα επεισόδιο αρρυθμίας και τεκμηριώθηκε η καλή λειτουργία της συσκευής» ανέφερε ο γιατρός και συμπλήρωσε:
«Το παιδί δεν περίμενα να πεθάνει αιφνιδίως από κάποια αρρυθμία διότι δεν κατεγράφη ούτε ταχυαρρυθμία, ούτε σοβαρή βραδυκαρδία, μη ανταποκρινόμενη στη βηματοδότηση. Η συστολική λειτουργία της καρδιάς επίσης έχει ελεγχθεί στο Ωνάσειο και ήταν φυσιολογική. Ως εκ τούτου, οι πιθανές αιτίες του τελικού συμβάντος φαίνεται να είναι έξω καρδιακές».
cnn.gr