Τι αποκαλύπτει μια νέα μελέτη για τη συμβολή των μετρήσεων στο σπίτι, στο ιατρείο και στο φαρμακείο στη διάγνωση και παρακολούθηση της υπέρτασης. Τι λένε οι ερευνητές.
Σε ποιον χώρο είναι καλύτερα να μετράμε την αρτηριακή πίεση; Στο σπίτι, στο ιατρείο ή στο φαρμακείο; Απάντηση στο ερώτημα δίνει μια νέα μελέτη – και δεν είναι επακριβώς η αναμενόμενη.
«Η αρτηριακή πίεση παρουσιάζει σημαντικές διακυμάνσεις στη διάρκεια της ημέρας. Μπορεί να φτάσουν ακόμα και τα 30 mmHg για την «μεγάλη», δηλαδή την συστολική πίεση», λέει η επικεφαλής ερευνήτρια Dr. Beverly Green, από τον ιατρικό όμιλο Kaiser Permanente, στο Σηάτλ.
Και συνεχίζει: «Μία ή δύο μεμονωμένες μετρήσεις σε μία συγκεκριμένη ημέρα στο ιατρείο, μπορεί να μην αντανακλούν με ακρίβεια την μέση τιμή της. Η μέτρηση στο σπίτι, όμως, επιτρέπει τη συλλογή πολύ περισσότερων αποτελεσμάτων. Από αυτά μπορεί να εξαχθεί ένας πολύ ακριβέστερος μέσος όρος».
Τα συμπεράσματα αυτά προέρχονται από τα ευρήματα μελέτης σε 510 εθελοντές, που διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν υπέρταση. Οι ερευνητές τους χώρισαν σε τρεις ομάδες, κάθε μία από τις οποίες μετρούσε την αρτηριακή πίεση με διαφορετικό τρόπο:
- Στο σπίτι
- Σε μία κλινική του Ομίλου
- Στα φαρμακεία και άλλους χώρους
Όλοι οι ασθενείς υποβλήθηκαν επίσης σε 24ωρη καταγραφή της αρτηριακής πίεσης. Είναι μία εξέταση κατά την οποία φορά κάποιος ένα φορητό ηλεκτρονικό πιεσόμετρο επί 24 ώρες. Το πιεσόμετρο μετρά την αρτηριακή πίεση σε τακτά χρονικά διαστήματα, αναλόγως με τις ρυθμίσεις που έχει κάνει ο γιατρός. Κάθε μέτρηση αποθηκεύεται στη συσκευή.
Όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία, οι μετρήσεις διαβάζονται σε ηλεκτρονικό υπολογιστή και απεικονίζονται με καμπύλες. Έτσι βλέπει ο γιατρός με ακρίβεια τις διακυμάνσεις της πίεσης και κάνει ακριβή διάγνωση της υπέρτασης.
Τα ευρήματα
Οι ερευνητές συνέκριναν την αξιοπιστία των μετρήσεων που έκαναν οι εθελοντές τους με εκείνα της 24ωρης καταγραφής. Όπως διαπίστωσαν, οι μετρήσεις στο σπίτι ταίριαζαν περισσότερο με τα ευρήματα της 24ωρης καταγραφής.
Αντιθέτως, εκείνες στα ιατρεία ήταν σημαντικά χαμηλότερες όσον αφορά τη μέτρηση της συστολικής πίεσης. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως μόνο με τις μετρήσεις στο ιατρείο δεν θα διαγιγνώσκονταν τουλάχιστον τα μισά περιστατικά υπέρτασης.
Αντίστοιχα, όταν η αρτηριακή πίεση μετριόταν στα φαρμακεία και σε άλλους χώρους, τα αποτελέσματα ήταν σημαντικά υψηλότερα. Αυτό σημαίνει πως με τις μετρήσεις στο φαρμακείο υπήρχε κίνδυνος υπερδιάγνωσης της υπέρτασης.
Η διάγνωση της υπέρτασης
Η συστολική αρτηριακή πίεση δείχνει την πίεση που ασκεί το αίμα στα τοιχώματα των αρτηριών όταν εξωθείται από την καρδιά. Γι’ αυτό λέγεται και «μεγάλη» πίεση.
Η «μικρή» πίεση είναι αυτή που ασκείται όταν η καρδιά αναπαύεται, μεταξύ των κτύπων. Επιστημονικά λέγεται διαστολική αρτηριακή πίεση.
Και οι δύο τύποι μετριούνται σε χιλιοστά της στήλης υδραργύρου (mmHg). Η αρτηριακή πίεση είναι φυσιολογική όταν δεν υπερβαίνει τα 120/80 mmHg (ή το 12/8, όπως την αποκαλεί ο κόσμος).
Σύμφωνα με τις ισχύουσες κατευθυντήριες οδηγίες, για τη διάγνωση της υπέρτασης απαιτούνται δύο διαδοχικές παθολογικές μετρήσεις. Η πρώτη κατά κανόνα γίνεται στο ιατρείο, αλλά χρειάζεται επαλήθευση. Η επαλήθευση πρέπει να γίνει με 24ωρη καταγραφή ή με μετρήσεις στο σπίτι. Στην πράξη όμως πολλοί γιατροί κάνουν και τη δεύτερη μέτρηση στο ιατρείο, κατά την Dr. Green. Και αυτό, παρότι προγενέστερες μελέτες είχαν ανάλογα ευρήματα για τις μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης στο σπίτι.
Η νέα μελέτη δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση Journal of General Internal Medicine.