Με καταθέσεις μαρτύρων, αλλά με σημαίνουσα αυτή της συμβούλου ψυχικής υγείας της Καρολάιν Κράουτς και του καθ’ ομολογίαν δολοφόνου της Μπάμπη Αναγνωστόπουλου αναμένεται να συνεχιστεί σήμερα η εκδίκαση της πολύκροτης υπόθεσης ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας.
Η κατάθεση της Ελένης Μυλωνοπούλου, θεωρείται σημαντική και αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς υπήρξε ο άνθρωπος στον οποίο η Καρολάιν είχε εκμυστηρευτεί ανησυχίες και φόβους.
«Κατά την επαγγελματική μου γνώμη η Καρολάιν ήταν ερωτευμένη με το πρόσωπο του κατηγορουμένου αλλά σιχαινόταν το άτομό του» φέρεται να είχε καταθέσει στις Αρχές η εν λόγω μάρτυρας, τονίζοντας ότι ο κατηγορούμενος είχε τον «απόλυτο έλεγχο» στη ζωή της 20χρονης.
Το συμπέρασμα αυτό άλλωστε, ότι δηλαδή ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος είχε ως σκοπό τον διαρκή έλεγχο των κινήσεων της 20χρονης συζύγου του ώστε να μπορεί να την χειραγωγεί, αποτυπώνεται και στο βούλευμα βάσει του οποίου παραπέμφθηκε σε δίκη ο κατηγορούμενος.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά:
«Η Κράουτς βίωνε ως εγκλεισμό τη σχέση της με τον κατηγορούμενο, διακατεχόταν δε αυτή ενόψει και της ηλικιακής τους διαφοράς από σύνδρομο “συνεξάρτησης” από τον τελευταίο (αποδοχή του προσώπου αλλά απόρριψη του ατόμου του)…».
Σύμφωνα με την κ. Μυλωνοπούλου και όσα έχει καταθέσει προανακριτικά «ο καθένας από το ζευγάρι περιέγραφε τη ζωή τους εντελώς διαφορετικά. Ο Χαράλαμπος χαρακτήριζε το γάμο του τέλειο και αναφερόταν απλώς στα νεύρα που είχε η Καρολάιν. Από την πλευρά της, όμως, η Καρολάιν, μου έλεγε πως ένιωθε εγκλωβισμένη σε αυτή τη σχέση, ότι ασχολούνταν συνεχώς με το παιδί χωρίς να έχει κάποια βοήθεια από κάποιον, ότι δεν μπορούσε να πάει κάπου μόνη της αφού ακόμα και αν έβγαινε με κάποια φίλη της, μετά από λίγο πήγαινε και ο κατηγορούμενος, ότι οι μετακινήσεις της γινόταν με συγκεκριμένο ταξιτζή, φίλο του κατηγορουμένου και ότι δεν είχε καθόλου χρήματα επάνω της, αφού την οικονομική διαχείριση την είχε αναλάβει αποκλειστικά ο κατηγορούμενος».
Κατά την προηγούμενη συνεδρίαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος εμφανίστηκε αποφασισμένος να υπερασπιστεί μέχρι τέλους τον βασικό ισχυρισμό του, ότι δηλαδή η δολοφονία της 20χρονης συζύγου του Καρολάιν Κράουτς δεν ήταν προϊόν προμελέτης αλλά διαπράχθηκε σε κατάσταση ψυχικού βρασμού.
Για το λόγο αυτό, ατάραχος και ψύχραιμος ο 34χρονος κατηγορούμενος υπέβαλε διαδοχικές ερωτήσεις προς όλους τους μάρτυρες (πλην της ιατροδικαστού), όπως άλλωστε προβλέπεται από την Ποινική Δικονομία, αλλά σπανίως εξασκείται αυτό το δικαίωμα από τους κατηγορούμενους.
Ο συνήγορος υπεράσπισής του, Αλέξανδρος Παπαϊωαννίδης σε δηλώσεις του δικαιολόγησε πάντως τη στάση αυτή του εντολέα του λέγοντας πως σε τέτοιες δίκες με εγκλήματα αυτής της φύσης είναι σύνηθες το φαινόμενο να υποβάλλονται ερωτήσεις από τον κατηγορούμενο, ενώ προανήγγειλε ότι από την πλευρά τους πρόκειται να καταθέσουν στο δικαστήριο ειδικοί επιστήμονες και να τοποθετηθούν για τα δεδομένα της δικογραφίας, τα οποία, σύμφωνα με τον υπερασπιστικό τους ισχυρισμό καταδεικνύουν ότι δεν υπήρξε κανένας σχεδιασμός, καμία προμελέτη και ότι αυτό το οποίο έγινε αφορούσε εκείνη τη μοιραία νύχτα και τίποτα περισσότερο.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ζευγάρι περνούσε μια δύσκολη περίοδο και ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που ενεπλάκησαν σε έντονη λογομαχία. Αλλά ήταν εκείνο το βράδυ που η Καρολάιν έγινε όλο και πιο καταχρηστική, σπρώχνοντας βίαια την κούνια στο πλάι, κάτι που εξόργισε τον Μπάμπη, ο οποίος σκέφτηκε ότι η Λυδία κινδυνεύει», έχει δηλώσει ο συνήγορος του κατηγορουμένου.
Ωστόσο, μέχρι τώρα οι μάρτυρες που έχουν καταθέσει στο δικαστήριο έχουν σκιαγραφήσει το προφίλ του κατηγορουμένου ως ένα άτομο απαθές και απόλυτα ψύχραιμο, που με βασανιστικό τρόπο αφαίρεσε τη ζωή της Καρολάιν και απαγχόνισε τη Ρόξυ, τον σκύλο της οικογένειας.
Συγκλονιστική υπήρξε η κατάθεση της ιατροδικαστού Χαράς Σπηλιοπούλου ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας, η οποία εκτίμησε πως ο θάνατος της 20χρονης κοπέλας δεν ήταν ακαριαίος αλλά βασανιστικός και ότι το θύμα, βάσει των ευρημάτων, βρισκόταν σε κατάσταση ύπνου όταν της επιτέθηκε ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος.
«Στο υπνοδωμάτιο όπως και στο υπόλοιπο σπίτι επικρατούσε ακαταστασία. Το θύμα βρισκόταν πάνω στο κρεβάτι σε πρηνή θέση. Το πρώτο που επιχειρούμε να δούμε είναι το χρόνο του θανάτου και τον τρόπο, εξετάζοντας εξωτερικά το σώμα. Τα υπόλοιπα ευρήματα προέρχονται από τη νεκροψία που έγινε την επόμενη ημέρα. Το θύμα ήταν με το εσώρουχο, με το κεφάλι σε δυο μαξιλάρια, υπήρχε αίμα και απώλεια ούρων που δικαιολογούνται από τον τρόπο του θανάτου. Γύρισα το πτώμα σε ύπτια θέση για να διαπιστώσω το θάνατο. Στις 10.00 έκανα τη διαπίστωση του θανάτου. Είχα γυρίσει τη σορό και ήταν προφανής ο μηχανισμός του θανάτου. Είχε μαζευτεί αίμα στο πρόσωπο και ήταν πρησμένο. Είχε ασφυκτικές κηλίδες, χαρακτηριστικό εύρημα σε τέτοιους θανάτους. Απαιτεί πίεση και άσκηση δύναμης το πρήξιμο στα χείλη. Δε γίνεται μόνο με ένα μαξιλάρι. Η εικόνα που έκανα ήταν ότι κάποιος έβαλε το δεξί του χέρι στο στόμα και ίσως αυτή η εκδορά είχε προκληθεί από νύχι. Δεν υπάρχουν άλλου κακώσεις. Δεν είχε πιάσει κάποιος από το μπράτσο αυτό το άτομο. Θεωρώ ότι δεν προηγήθηκε πάλη προ του θανάτου. Δεν υπήρχαν αμυντικά σημεία» υποστήριξε η μάρτυρας.
Η ιατροδικαστής απέκλεισε το ενδεχόμενο να έχει προκληθεί η ασφυξία από κάποιο ρούχο που τυλίχτηκε γύρω της.
«Δεν θεωρώ ότι ο θάνατος επήλθε επειδή κάποιο ρούχο τυλίχτηκε γύρω από το κεφάλι γιατί είχε κακώσεις στο στόμα. Μπορεί αρχικά να μπήκε το χέρι, να έκλεισε το στόμα αλλά είναι πιθανό στη συνέχεια να χρησιμοποιήθηκε το μαξιλάρι για να μην ακουστεί και κάτι».
Σχετικά με τους παλμούς της Καρολάιν, εξήγησε ότι:
«Στον ασφυκτικό θάνατο περίπου για 2-3 λεπτά ο εγκέφαλος αντέχει. Μετά νεκρώνεται όποτε και να επιβιώσει το άτομο θα είναι σε δύσκολη κατάσταση. Μετά σταματούν τα όργανα και τέλος η καρδιά. Στην έκθεση μου λέω ότι ο θάνατος έχει συμβεί λίγο μετά τις 4 και σίγουρα όχι μετά τις 5. Έχω μια εκτίμηση, ότι ο θάνατος μπορεί να έχει συμβεί χοντρικά μέσα σε πέντε λεπτά».
Η μάρτυρας που μπήκε στο σπίτι αμέσως μετά το έγκλημα, αναφέρθηκε και στο σκυλάκι της οικογένειας, τη Ρόξυ, κάνοντας λόγο για κάτι «πρωτόγνωρο».
«Αυτή η μυρωδιά του αίματος… ζώο θανατωμένο με αυτό τον τρόπο δεν έχω ξαναδεί. Συνήθως τα πυροβολούν. Εδώ τα μπροστινά πόδια του σκύλου ήταν πάντα στον τοίχο σαν να προσπαθούσε να κρατηθεί… Δεν ξέρω.
Πολιτική αγωγή: Άρα βασανίστηκε το ζώο;
Μάρτυρας: Όσο και η κοπέλα».
cnn.gr