Ατσάλινα γάντια… σιδερένια θέληση

Η κορυφαία Ελληνίδα πυγμάχος άνοιξε την “καρδιά” της στο ertsports.gr σε μια συνέντευξη εφ’όλης της ύλης. Η Εβελίνα Μαυρομμάτη μιλάει για την απόφασή της να φορέσει τα γάντια της πυγμαχίας και να πάει… κόντρα στα δεδομένα με “όπλα” της το πείσμα, την προσήλωση και την αγάπη της για τον αθλητισμό.

Η πυγμαχία είναι ένα από τα πιο δημοφιλή μαχητικά αγωνίσματα και παράλληλα ένα από τα αρχαιότερα Ολυμπιακά αθλήματα. Το 2012 θα δούμε για πρώτη φορά τη γυναικεία πυγμαχία σε Ολυμπιάδα, όμως το γυναικείο φύλο θα τη γνωρίσει μερικές δεκαετίες πριν. Συγκεκριμένα, το 1994 αρχίζει να γίνεται γνωστό και στη συνέχεια διοργανώθηκε το πρώτο πανελλήνιο πρωτάθλημα πυγμαχίας γυναικών, το οποίο ξεκίνησε μόλις το 1998.

Από τότε τα πράγματα έχουν αλλάξει. Η γυναικεία πυγμαχία έχει αρχίσει τα τελευταία χρόνια να κάνει δειλά δειλά, τα πρώτα της θετικά βήματα στην Ελλάδα και ασχολούνται όλο και περισσότερες αθλήτριες με αυτήν. Το ertsports.gr γνωρίζει τις λεπτομέρειες του αθλήματος αυτού μέσω από τα “μάτια” μιας Πανελλήνιας πρωταθλήτριας και μέλος της Εθνικής μας ομάδας. Ο λόγος για την πυγμάχο του Ολυμπιακού, Εβελίνα Μαυρομμάτη.

ΕΝΑ ΧΟΜΠΙ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΚΑΡΙΕΡΑ

-Αρχικά, παρατήρησα ότι η πυγμαχία ήρθε σχετικά “αργά” στη ζωή σου. Ποιο ήταν το πρώτο ερέθισμα που σε έβαλε στο δρόμο αυτού του αθλήματος και πώς δέθηκες με αυτό τόσο σύντομα;

«Η πυγμαχία μπήκε στη ζωή μου πριν 6-7 χρόνια περίπου. Στην αρχή ήταν για καθαρά λόγους εκγύμνασης και φυσικής κατάστασης. Έψαχνα κάτι διαφορετικό, κάτι πιο έντονο, γιατί μου αρέσουν τέτοιου είδους αθλήματα. Μπήκα σε μια σχολή και ξεκίνησα, χωρίς να έχω καμία απολύτως σκέψη για να ασχοληθώ επαγγελματικά. Ήξερα ότι είναι ένα δύσκολο και απαιτητικό άθλημα. Ανακαλύπτοντάς το, μέρα με τη μέρα, κατάλαβα ότι ταιριάζει πολύ στην προσωπικότητά μου, γιατί είναι ένα αρκετά δυναμικό και έξυπνο άθλημα. Απαιτεί αντίληψη, ταχύτητα και φυσικά προσήλωση στις προπονήσεις. Δέθηκα με αυτό το άθλημα σύντομα και έτσι μπήκα στη διαδικασία να σκεφτώ τη σοβαρή ενασχόλησή μου μαζί του. Η αλήθεια είναι πως δικαιώθηκα για αυτήν την επιλογή, γιατί μετά από 10-11 μήνες κατέβηκα στο πρώτο μου πανελλήνιο πρωτάθλημα και αναδείχθηκα πρωταθλήτρια, κερδίζοντας την ήδη πρωταθλήτρια Ελλάδας και έτσι αυτό μου έδωσε ένα επιπλέον κίνητρο. Είδα τις δυνάμεις μου και κατάλαβα πως μπορώ να ανταπεξέλθω. Από τη στιγμή που μπήκα και στην Εθνική ομάδα, πήρα και την απόφαση να “κυνηγήσω” και κάποιους αγώνες στο εξωτερικό».

-Υπήρχε αθλητικό… background;

«Ο αθλητισμός προϋπήρχε στη ζωή μου καθαρά σαν χόμπι. Ασχολήθηκα λίγο με το γυμναστήριο, τον στίβο, το χορό, αλλά καθαρά για φυσική κατάσταση. Έτσι ξεκίνησα και την πυγμαχία, ασχέτως αν μετά αυτή εξελίχθηκε σε κάτι διαφορετικό στη ζωή μου. Ήταν δηλαδή το πρώτο άθλημα που ασχολήθηκα επαγγελματικά».

-Πότε ήρθε όμως η απόφαση να ασχοληθείς επαγγελματικά με την πυγμαχία;

«Μετά από 2-3 μήνες ενασχόλησής μου με την πυγμαχία, έχοντας ξεκινήσει για χόμπι μαζί με μία φίλη μου, είδα πως είχα γρήγορη εξέλιξη και άκουγα θετικά σχόλια. Αυτό δεν σημαίνει κιόλας πως… το πήρα πάνω μου. Συνέχισα κανονικά τις προπονήσεις μου και έθεσα στόχο να κατέβω σε αγώνες. Είναι πολύ διαφορετική η ψυχολογία κάποιου που απλά ανεβαίνει σε ένα ρινγκ και κάποιου που κατεβαίνει επαγγελματικά σε αγώνες. Μερικές φορές κάποιοι μπορεί και να είναι οι καλύτεροι αθλητές του γυμναστηρίου και να μην τα καταφέρνουν αντίστοιχα σε έναν αγώνα, οπότε έπρεπε πρώτα να “τεστάρω” τις αντοχές και τις δυνάμεις μου σε μια επίσημη διοργάνωση. Από τη στιγμή που είδα ότι μπορούσα να ανταπεξέλθω και εκεί, τότε ξεκίνησα να το βλέπω ακόμη πιο σοβαρά. Πλέον είχα αποκτήσει το κίνητρο και την ώθηση που χρειαζόμουν».

Η πυγμαχία όμως αποτελεί ένα ερασιτεχνικό άθλημα στην Ελλάδα και μέσω μιας οικονομικής κρίσης, είναι γνωστό πως οι ερασιτέχνες αθλητές δεν μπορούν να βιοποριστούν από το άθλημά τους. Οι δυσκολίες είναι πολλές. Οι οικονομικές θυσίες ακόμη περισσότερες. Όμως, η Εβελίνα Μαυρομμάτη βρήκε τους τρόπους, έστω και αν δυσκολεύτηκε πολύ στην καριέρα της, προκειμένου να έχει ένα καλό αγωνιστικό επίπεδο και να… ζει το όνειρο του αθλητισμού.

-Τι θυσίες χρειάζονται στον ερασιτεχνικό αθλητισμό και πώς τις διαχειρίζεσαι;

«Δυστυχώς το άθλημά μας δεν είναι τόσο προβεβλημένο στην Ελλάδα και δεν υπάρχει η κατάλληλη στήριξη, ακόμα και τα άτομα που βρίσκονται στην Εθνική ομάδα, δεν παίρνουν βοήθεια από την κοινωνία και το κράτος. Η παράλληλη εργασία είναι μονόδρομος, εκτός και αν έχει κάποιος το οικονομικό υπόβαθρο, για να ασχοληθεί αποκλειστικά με αυτό, κάτι που όμως σπανίζει. Οι ομάδες βοηθούν όσο μπορούν. Ευτυχώς βρίσκομαι σε έναν πολύ καλό σύλλογο, που μας βοηθάει αρκετά όσο μπορεί.

Κοινώς θεωρούνται θυσίες. Εγώ απλά τις θέτω ως προτεραιότητες στη ζωή μου. Ναι είναι δύσκολο να τα συνδυάσεις όλα, γιατί ανήκουμε στον ερασιτεχνικό αθλητισμό, οπότε δεν βιοποριζόμαστε από αυτό, πρέπει να δουλεύουμε για να τα βγάλουμε εις πέρας. Είναι ελάχιστες οι ελεύθερές μας ώρες και επιλέγουμε να τις αξιοποιήσουμε με την προπόνηση. Είναι κάτι που με χαροποιεί προσωπικά. Εγώ αγαπάω το να πάω στο γυμναστήριο και να προπονούμαι. Δεν το κάνω με το ζόρι. Αν το κάνω με το ζόρι πιστεύω δεν θα μπορέσω να εξελιχθώ. Τα ρεπό με βγάζουν από το πρόγραμμά μου. Μου φαίνεται άδεια η μέρα, οπότε όλα είναι θέμα επιλογής και προτεραιοτήτων. Ιδανικό θα ήταν να είχαμε καθαρά το άθλημά μας ως ασχολία».

ΤΟ ΔΡΟΜΟΛΟΓΙΟ ΠΑΤΡΑ-ΠΕΙΡΑΙΑΣ ΕΛΕΩ ΜΙΑΣ… ΑΓΑΠΗΣ

Η Μαυρομμάτη αποτελεί μια αθλήτρια-εξαίρεση. Ένα κορίτσι από την επαρχία και ένα χωριό του Μεσολογγίου, κατάφερε να ανατρέψει τα δεδομένα, να βάλει την πυγμαχία σε περισσότερα ελληνικά “σπίτια” και φυσικά να δείξει ότι η θέληση, το πάθος και η προσήλωση, μπορούν να σου δώσουν τα αποτελέσματα σε κάτι που ακολουθείς πιστά. Σπούδασε και έμεινε στην Πάτρα. Εκεί, αποφάσισε να κάνει τα πρώτα της βήματα στην πυγμαχία, έστω και αν στην αρχή ασχολήθηκε καθαρά για λόγους εκγύμνασης, όπως εξηγεί παρακάτω. Μόλις 10 μήνες μετά από την ενασχόλησή της με την πυγμαχία, η Μαυρομμάτη αναδείχθηκε πρωταθλήτρια Ελλάδας και από τότε, όλα έχουν… πάρει το δρόμο τους.

Η Εβελίνα Μαυρομμάτη είναι το τρανό παράδειγμα για όλους τους αθλητές. Έδειξε πως άμα θέλει κάτι, το διεκδικεί μέχρι τέλους. Από Πάτρα μετέβη στην Αθήνα και τον Πειραιά, φορώντας τα “ερυθρόλευκα” γάντια και φέρνοντας μεγάλες διακρίσεις. Φυσικά, όπως και για όλους, έτσι και για εκείνη, κάθε αρχή και δύσκολη, όμως το πείσμα της (που είναι και το δυνατό της εξωαγωνιστικό χαρακτηριστικό όπως αναφέρει στο ertsports.gr), ήταν αυτό που τη βοήθησε να φέρει εις πέρας τους στόχους της.

«Είχα ξεκινήσει από μια ομάδα της Πάτρας την Άμυνα Πατρών. Είχα διακρίσεις με αυτή την ομάδα, όμως ήταν πάρα πολλές οι θυσίες που έκανα, κυρίως στο οικονομικό κομμάτι, για να φτάσω σε αυτές. Μετά προέκυψε ο Ολυμπιακός, που ήταν μια μεγάλη ευκαιρία, γιατί όταν θες να ασχοληθείς σε ένα υψηλότερο επίπεδο, θες ένα “δυνατό” brand και τις αντίστοιχες χορηγίες. Ο Ολυμπιακός είναι μια μεγάλη ομάδα, όμως το σημαντικότερο κίνητρο νομίζω ότι ήταν τα συναισθήματά μου για αυτόν το σύλλογο. Είμαι Ολυμπιακός και χάρηκα ιδιαίτερα όταν συμφώνησα για να αγωνιστώ για αυτόν. Η ομάδα μου με πίστεψε, μου έδωσε κίνητρο και νομίζω το brand από μόνο του είναι μεγάλο, καθώς αναγνωρίζεται παντού, το ξέρει όλη η Ελλάδα. Έτσι, συντέλεσαν όλα αυτά μαζί στην απόφασή μου να έρθω στην Αθήνα. Ήταν δύσκολη μετάβαση. Είχα άλλους ρυθμούς στην Πάτρα και έπρεπε να προσαρμοστώ στην Αθήνα. Μου πήρε ένα μικρό διάστημα, αλλά η ομάδα μου με βοήθησε αμέσως. Έχουμε πολύ οικογενειακό κλίμα, όπου ο ένας στηρίζει τον άλλον και ένιωσα αμέσως οικεία για να προχωρήσω στην καριέρα μου».

-Η μετάβασή σου στην Αθήνα για τον αθλητισμό έγινε σε ώριμη ηλικία, κάτι το οποίο δεν συνηθίζεται. Θα ήταν διαφορετική η ζωή σου αν είχες πάρει τις ίδιες αποφάσεις σε πιο νεαρή ηλικία;

«Θα ήταν τελείως διαφορετικά όλα. Το έχω σκεφτεί και στο παρελθόν αυτό. Πιστεύω πως η μετάβασή μου στην Αθήνα έγινε την κατάλληλη στιγμή και χρονικά και ηλικιακά. Ήμουν τελείως συνειδητοποιημένη για την επιλογή μου και για αυτό είχα τη γρήγορη εξέλιξη, βάσει των προπονητών μου. Δουλεύω πάντα με στοχοπροσήλωση. Αντιλαμβάνομαι το να αναδειχθεί κάποιος πρωταθλητής στο άθλημά του, έχοντας ξεκινήσει μόλις 10-11 μήνες πριν είναι κάτι που δεν συμβαίνει συχνά. Πιστεύω ότι η προσωπικότητά μου σε αυτήν την ηλικία έπαιξε μεγάλο ρόλο. Πολλοί αθλητές έχοντας ξεκινήσει από πολύ μικρή ηλικία στο άθλημά τους, χτίζουν την προσωπικότητά τους μέσω αυτού, όμως εγώ είχα ήδη διαμορφώσει ήδη τον χαρακτήρα μου. Βεβαίως, η ενασχόλησή μου με την πυγμαχία με έχει βοηθήσει σε διάφορες πτυχές της προσωπικότητάς μου. Ιδιαίτερα στο κομμάτι της υπομονής. Οφείλω να παραδεχτώ πως ποτέ δεν ήμουν πολύ υπομονετικός άνθρωπος, αλλά με βοήθησε σε αυτό το κομμάτι, όμως κάποια ήδη υπάρχοντα χαρακτηριστικά μου με βοήθησαν να εξελιχθώ σαν αθλήτρια μετά».

-Ο πρώτος σου προπονητής συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004. Σε εξιτάρει το γεγονός αυτό; Αποτελεί δικό σου στόχο μια Ολυμπιάδα;

«Ο πρώτος μου προπονητής είχε αγωνιστεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Για τον ερασιτεχνικό αθλητισμό, οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι το αποκορύφωμα της καριέρας του κάθε αθλητή. Όλοι κινούνται με απώτερο σκοπό κάτι τέτοιο. Όσοι στοχεύουν σε μια Ολυμπιάδα, έχουν μια τετραετή δύσκολη προετοιμασία, αφού όλοι προσπαθούν να φτάσουν στο “πικ” τους την τελευταία χρονιά, αρχικά για να πάρουν το “εισιτήριο” για τους Αγώνες και εν συνεχεία για την παρουσία τους εκεί. Είναι κάτι που θέλει μεγάλη προσπάθεια, είναι πολύ δύσκολο στην Ελλάδα. Η γυναικεία πυγμαχία μπήκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2012. Η πυγμαχία από μόνη της είναι ένα από τα αρχαιότερα ολυμπιακά αθλήματα, όμως μέχρι τότε ήταν αποκλειστικά για άνδρες. Δυστυχώς ακούγεται πως το 2024 θα είναι και η τελευταία φορά που τη βλέπουμε σε Ολυμπιάδα, κάτι το οποίο ελπίζουμε να μην συμβεί, μιας και βρίσκεται ακόμη υπό συζήτηση, γιατί θα είναι άδικο. Χρειάζονται αρκετές και κυρίως οικονομικές θυσίες. Το αποτέλεσμα φυσικά δεν είναι ποτέ σίγουρο, όπως και σε όλα τα αθλήματα, αλλά κυρίως στην Ελλάδα που δεν υπάρχει η αντίστοιχη τεχνογνωσία για την πυγμαχία.

Δυστυχώς πλέον και οι Ολυμπιακοί Αγώνες στηρίζονται στην προβολή και όλα πλέον αποσκοπούν σε ένα οικονομικό κίνητρο. Είναι απλό. Αν ένα άθλημα δεν “πουλάει” τόσο και αν δεν το προβάλουν σωστά για να “πουλήσει” περισσότερο, σίγουρα θα βγει από το προσκήνιο. Στο εξωτερικό είναι πολύ πιο ανεπτυγμένο το άθλημα της πυγμαχίας σε σχέση με την Ελλάδα. Απλά πιστεύω πως δεν έχουν δώσει την απαραίτητη αξία στο άθλημα και να προβάλλουν την όμορφη μεριά του. Δυστυχώς προβάλλονται κάποια περιστατικά, που καλώς ή κακώς σχετίζονται με την πυγμαχία, όμως δεν γίνονται γνωστά τα θετικά του αθλήματος, που μόνο θετικά θεωρώ ότι έχει. Ξεκινάμε από τον όρο αθλητική παιδεία. Δεν υπάρχει αθλητική παιδεία στην Ελλάδα. Όλα τα αθλήματα έχουν την ομορφιά τους και πρέπει να τα σεβόμαστε. Εδώ έχουμε “κολλήσει” με δυο αθλήματα. Ποδόσφαιρο και μπάσκετ κυρίως. Πρέπει να μάθουμε να σεβόμαστε όλους τους αθλητές και να μην τους θυμόμαστε μόνο όταν φέρουν κάποιο μετάλλιο και διάκριση. Συνήθως και τότε τους θυμόμαστε μόνο για 2-3 ημέρες. Αυτό πρέπει να ξεκινήσει από τις μικρές ηλικίες. Τα παιδιά πρέπει να ασχοληθούν με κάποιο άθλημα, όχι μόνο έχοντας ως στόχο την κατάκτηση ενός μεταλλίου, αλλά να τα φέρουμε κοντά στον αθλητισμό, γιατί από εκεί μπορεί ένα παιδί να αναπτύξει χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του, που αργότερα θα το βοηθήσουν να αναπτυχθεί στη ζωή του. Πρέπει να μάθουμε να συγχαίρουμε τα παιδιά μας ακόμα και όταν δεν θα διακριθούν, κάτι το οποίο επίσης δεν έχουμε, γιατί η πορεία που θα χαράξουν στο “ταξίδι” του αθλητισμού είναι πιο σημαντική από ένα μετάλλιο, όπως και ο αθλητισμός από μόνος του».

Η ΣΧΕΣΗ ΠΥΓΜΑΧΙΑΣ-ΓΥΝΑΙΚΑΣ

Ποια είναι όμως η πραγματική σχέση των γυναικών με την πυγμαχία; Πόσο ταιριάζει αυτή στο γυναικείο φύλο; Πώς θα γίνει πιο γνωστή στο ευρύ κοινό της Ελλάδας και τέλος, ποια είναι η γνώμη της Εβελίνας Μαυρομμάτη για τις γυναίκες και όχι μόνο που πέφτουν “θύματα” άσχημων συμπεριφορών και πράξεων στον τομέα του αθλητισμού; Η διεθνής πυγμάχος μίλησε και για άλλα πράγματα που ταλανίζουν τον αθλητισμό και παράλληλα την κοινωνία μας με απόλυτη ψυχραιμία, ειλικρίνεια, αλλά και αισιοδοξία για το μέλλον.

«Η πυγμαχία και γενικότερα τα μαχητικά αθλήματα είναι κατά κόρον ανδροκρατούμενα στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια έχουν ασχοληθεί περισσότερες γυναίκες με αυτά. Παλαιότερα βλέπαμε λιγότερες συμμετοχές, σε σημείο που έπαιζαν νεάνιδες εναντίον γυναικών, για να συμπληρωθούν οι συμμετοχές, το οποίο είναι λάθος. Φυσικά, γίνεται μια προσπάθεια προβολής, δείχνοντας τις καλές πλευρές της πυγμαχίας. Θέλουμε ανταγωνισμό. Μακάρι να υπήρχε μεγαλύτερος ανταγωνισμός στην Ελλάδα και να μην χρειαζόταν να βγαίνουμε στο εξωτερικό για τους αγώνες μας. Δεν υπάρχει επαγγελματισμός στη χώρα μας, καθώς όταν ένας αθλητής χρειάζεται να δώσει μόλις δυο αγώνες σε μια χρονιά, τότε δεν υπάρχει και η κατάλληλη προετοιμασία καθ’ όλη τη διάρκειά της. Πρέπει αναγκαστικά να μεταβεί στο εξωτερικό. Οι γυναίκες δεν πρέπει να φοβούνται την πυγμαχία. Η πρώτη ερώτηση που μου κάνουν είναι αν φοβάμαι τα σημάδια και τα χτυπήματα. Η αλήθεια είναι πως όταν βρίσκεσαι σε αγωνιστικό επίπεδο, ίσως να υπάρχουν μερικές… μελανιές, όμως είναι σαν να κάνεις κολύμβηση χωρίς να βραχείς. Δεν γίνεται κάτι τέτοιο. Είναι επιφανειακά χτυπήματα. Υπάρχουν τα κατάλληλα προστατευτικά και δεν διατρέχουμε κάποιον ουσιαστικό κίνδυνο. Όλοι οι αθλητές άλλωστε έχουν τραυματισμούς».

Η πυγμαχία ταιριάζει σε μια γυναίκα, γιατί όντως χρειάζεται μυαλό και εκτός αυτού οι γυναίκες από τη φύση μας είμαστε πιο ανταγωνιστικές. Το γυναικείο φύλλο ως επί το πλείστων ειναι πρακτικό και πιστεύω ότι του ταιριάζει κατεξοχήν το άθλημα αυτό. Είναι δυναμικό άθλημα και μπορεί να βοηθήσει μια γυναίκα στην προσωπικότητά της, τόσο εντός, όσο και εκτός ρινγκ. Θα νιώθει πιο σίγουρη να εξελιχθεί στη ζωή της. Ο πρωταθλητισμός έχει σίγουρα ένα deadline, όμως σκοπός είναι να πάρουμε τα στοιχεία του, που θα μας βοηθήσουν αργότερα στη ζωή μας.

Είναι καλός τρόπος αυτοάμυνας αρχικά, γιατί σου δίνει την αυτοπεποίθηση και τη γρήγορη αντίληψη γενικότερα. Προσωπικά, δεν έχω αντιμετωπίσει ποτέ μου κάποιο είδος μπούλινγκ, είτε εντός ή και εκτός γυμναστηρίου και δεν έπεσα θύμα εκφοβισμού ή και σεξισμού στο άθλημά μου, όμως είναι κάτι που συμβαίνει και υπάρχει. Όλοι οι συναθλητές και οι προπονητές μου δείχνουν τον απόλυτο σεβασμό και με προστατεύουν μέσα σε ένα όμορφο κλίμα. Αυτό είναι θέμα συλλόγου, γιατί ο δικός μας έχει σαν πυρήνα το σεβασμό και δεν επιτρέπει ανάρμοστες συμπεριφορές. Οι γυναίκες όμως σε γενικές γραμμές όπως έχουμε δει έχουν αντιμετωπίσει άσχημες καταστάσεις. Πρέπει να μάθουμε όλοι μας να αντιμετωπίζουμε αυτές τις καταστάσεις. Δεν πρέπει να μας επηρεάζουν ψυχολογικά και να νιώθουμε εμείς υπεύθυνοι για κάτι που δεν κάναμε. Όλα είναι θέμα σεβασμού. Σίγουρα πρέπει να αποφεύγουμε τέτοιες καταστάσεις, όμως στο επίπεδο αυτοάμυνας δεν παίζει μεγάλο ρόλο η πυγμαχία. Σίγουρα μια αθλήτρια πυγμαχίας γνωρίζει δυο πράγματα και έχει την αυτοπεποίθηση για να αμυνθεί εάν της συμβεί κάτι στην… έξω ζωή, όμως το ιδανικότερο είναι να μην χρειαστούν αυτές οι γνώσεις. Άλλωστε είναι ένας μύθος πως οι πυγμάχοι “παλεύουν” στο δρόμο, καθώς εκεί δεν υπάρχουν άλλωστε κανόνες. Είναι κάτι τελείως διαφορετικό και για αυτό έχουμε ως αρχή να αποφεύγουμε τέτοιες καταστάσεις. Το γυναικείο φύλλο θεωρείται αδύναμο και έχουμε δει πολλά περιστατικά, ωστόσο πλέον γίνονται γνωστά και άλλα γεγονότα με παιδιά, αλλά και άντρες που γίνονται θύματα. Πρέπει να μάθουμε κάποια στιγμή να σεβόμαστε τον άνθρωπο αρχικά. Όλα ξεκινούν από την παιδεία και εκεί πρέπει να επικεντρωθούμε για να βελτιώσουμε το κοινωνικό σύνολο και να σταματήσουν να συμβαίνουν αυτά τα περιστατικά που ακούμε καθημερινά».

ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΡΙΝΓΚ, ΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΤΗΣ ΕΚΤΟΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΑΜΕΣΟ ΜΕΛΛΟΝ ΠΟΥ ΔΕΝ… ΚΡΑΤΙΕΤΑΙ

-Στην ερώτηση για το καλύτερό της χτύπημα, η Εβελίνα απαντάει:

«Το καλό μου χτύπημα πιστεύω πως είναι το δεξί ντιρέκτ. Όλοι όσοι ακούνε για πυγμαχία τους έρχεται στο μυαλό το κροσέ, όμως αυτό είναι πολύ δύσκολο χτύπημα, για να το πετύχει τέλεια κάποιος. Το δεξί ντιρέκτ όμως είναι κάτι που έχω δουλέψει υπερβολικά και πλέον νιώθω πιο άνετα με αυτό όταν το χρησιμοποιώ. Ένα χτύπημα συνδέεται με πάρα πολλά πράγματα, όπως είναι το ύψος, τα κιλά, το στυλ παιχνιδιού του αντιπάλου σου, όμως αυτό μου ταιριάζει περισσότερο. Στο εξωαγωνιστικό κομμάτι, το καλό μου στοιχείο είναι το πείσμα, γιατί είναι και αυτό που με κάνει να συνεχίζω παρά τις δυσκολίες. Δεν είναι όλες οι ημέρες ίδιες για έναν αθλητή. Αντιμετωπίζουμε πολλές δυσκολίες, όμως πρέπει να έχεις πείσμα και να κυνηγάς τους στόχους σου, πόσο μάλλον κιόλας σε ένα ατομικό άθλημα που είσαι εσύ εναντίον του εαυτού σου. Στο ρινγκ είσαι μόνος σου άλλωστε. Τις… μπουνιές τις τρως μόνο εσύ, οπότε πρέπει να πεισμώσεις, να βρεις το καθαρό μυαλό, να εξετάσεις τις επιλογές σου και να συνεχίσεις».

-Αναφορικά με τα πρότυπά της, η διεθνής πυγμάχος ανέφερε:

«Έχω πρότυπα κυρίως ξένους αθλητές. Είναι πολύ ψηλά τα επίπεδα εκεί. Βλέποντας αυτούς τους αθλητές μου γεννάται ένα επιπλέον κίνητρο. Όλοι αντιγράφουμε κάποια στοιχεία. Στη γυναικεία πυγμαχία, η κορυφαία αθλήτρια για εμένα είναι η Κέιτι Τέιλορ. Είναι ολυμπιονίκης, είναι απίστευτη πυγμάχος, είναι δυνατή, είναι έξυπνη και θεωρώ πως έχει το τέλειο “πακέτο”. Από άνδρες μου αρέσει πάρα πολύ ο Λοματσένκο και σίγουρα από τους παλιούς πιστεύω ο Μοχάμεντ Άλι είναι ο… GOAT. Είναι κορυφή και δεν νομίζω πως μπορεί να τον αμφισβητήσει κανείς. Υπάρχουν πάρα πολλοί καλοί αθλητές, που μπορείς να τους “διαβάσεις” και να πάρεις κάποια στοιχεία, όμως από εκεί και πέρα είναι στην προσωπικότητα του καθενός το τι θα εντάξει στο στυλ παιχνιδιού του. Σίγουρα οι γυναίκες βλέπουμε περισσότερο γυναικεία πυγμαχία, γιατί είναι διαφορετικής φιλοσοφίας και μπορούμε να προσαρμόσουμε πιο εύκολα κινήσεις στον τρόπο που αγωνιζόμαστε. Όπως και σε όλα τα αθλήματα νομίζω πως συμβαίνει αυτό. Αλλιώς είναι ο ανδρικός και αλλιώς ο γυναικείος αθλητισμός. Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε έναν άνδρα και μια γυναίκα στον αθλητισμό, μιας και το ανδρικό φύλλο έχει από τη φύση του ένα… αβαντάζ περισσότερο».

-Πώς σκέφτεσαι το άμεσο μέλλον σου; Θα προσπαθήσεις να παραμείνεις στο χώρο της πυγμαχίας και από… άλλο πόστο;

«Είχα ασχοληθεί ένα μικρό διάστημα με την προπονητική, απλά λόγω χρόνου δεν μπόρεσα να ασχοληθώ περισσότερο. Είναι κάτι που το αγαπάω, γιατί αγαπάω πολύ το άθλημά μου. Θα ήθελα να περάσω τις γνώσεις μαζί με την εμπειρία μου σε άλλους αθλητές, ή ακόμα και σε ανθρώπους που απλά θέλουν να προπονηθούν και να τους δείξω την ομορφιά του αθλήματος. Η δουλειά μου βέβαια είναι κάτι τελείως διαφορετικό με αυτό το αντικείμενο. Εγώ είμαι οικονομολόγος, έχοντας σπουδάσει διοίκηση επιχειρήσεων και εργάζομαι ήδη σε μια εταιρεία με αυτήν την ιδιότητα. Περιμένω τη σχολή προπονητών φέτος, για να είμαι πιστοποιημένη προπονήτρια, έτσι ώστε να ανοίξω έναν δικό μου χώρο και να το κάνω όπως θέλω εγώ σωστά και να συνεχίσω να ασχολούμαι με αυτό το άθλημα. Είναι ένα πλάνο που βρίσκεται στο μυαλό μου και θα ήθελα σε 1-2 χρόνια να το ξεκινήσω».

Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ

Μεταξύ άλλων, η Εβελίνα Μαυρομμάτη μπορεί να σπούδασε διοίκηση επιχειρήσεων και να εργάζεται ως οικονομολόγος, όμως όπως ανέφερε αποκλειστικά στο ertsports.gr, το πλάνο της προπονητικής έχει ήδη δρομολογηθεί. Η Ελληνίδα Πρωταθλήτρια στοχεύει να ασχοληθεί και στη συνέχεια με την πυγμαχία, ανοίγοντας ένα δικό της χώρο, όπου θα μεταφέρει τις γνώσεις και τις εμπειρίες της σε άλλους αθλητές. Το μεγάλο της παράπονο είναι η παιδεία που λείπει από την Ελλάδα και κυρίως η αθλητική παιδεία, γιατί όπως δήλωσε αν και υπάρχει το ταλέντο, δεν υπάρχει η σωστή αθλητική εκπαίδευση για τα νέα παιδιά στη χώρα μας.

-Πώς ήταν η μετάβασή σου από ένα χωριό του Μεσολογγίου, στη συνέχεια στην Πάτρα και στο τέλος στην Αθήνα και τον Πειραιά; Είχες στήριξη σε αυτό το “ταξίδι”;

«Στην αρχή φάνηκε στον τόπο μου λίγο περίεργο. Δεν θα σου κρύψω πως ακόμα και η μητέρα μου το αμφισβητούσε, καθώς φοβόταν. Στην πορεία είδαν πως δεν είναι μια επιπόλαιη απόφαση η πυγμαχία και διαπίστωσαν ότι μπορώ να φέρω τους στόχους μου εις πέρας. Τότε, άρχισαν να το σέβονται πάρα πολύ. Η Πάτρα μπορούμε να πούμε ότι θεωρείται μια “πυγμαχούπολη”. Έχει καλή παράδοση στην πυγμαχία. Δεν τους φάνηκε τόσο περίεργο εκεί, γιατί είχε και στο παρελθόν αθλήτριες πυγμάχους. Υπάρχει σεβασμός και αγαπάνε το άθλημα στην Πάτρα, γιατί έχει κάποιες καλές βάσεις. Πάντα όμως πρέπει ο κάθε αθλητής που ασχολείται με τον ερασιτεχνικό αθλητισμό να είναι συνειδητοποιημένος. Δεν θα πάρει ποτέ την αντίστοιχη δόξα και αγάπη όπως θα πάρει ένας επαγγελματίας και πρέπει να μάθει να ζει μέσα από αυτό».

«Αγωνιστικά είναι μια δύσκολη και απαιτητική χρονιά. Προς το παρόν, θα πάω άμεσα σε ένα καμπ της Εθνικής Ελλάδας και από εκεί και πέρα προγραμματίζω κάποιους αγώνες στο εξωτερικό. Τον Ιούνιο δίνονται τα πρώτα ολυμπιακά “εισιτήρια”, είναι οι Ευρωπαϊκοί Αγώνες, οπότε πρώτος και κύριος στόχος είναι εκεί. Προετοιμάζομαι για αυτούς τους αγώνες, προσπαθώντας να βάλω κάποιους αγώνες παράλληλα στο εξωτερικό, για να είμαι σωστά προετοιμασμένη. Για τους επόμενους 4-5 μήνες θα είμαι πολύ συγκεντρωμένη πάνω σε αυτόν τον στόχο. Εκεί θα προσπαθήσουμε για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Απαιτούνται πολλά πράγματα. Μετά, υπάρχει μια ακόμη ευκαιρία, αυτή του Πανελληνίου πρωταθλήματος, αλλά μακάρι να είχαμε περισσότερες τέτοιες ευκαιρίες, γιατί θα είχαμε τελείως διαφορετικό κίνητρο. Πλέον, επιλέγουμε πού θα παίξουμε και να δημιουργήσουμε το κατάλληλο πλάνο για το μεγάλο μας στόχο».

-Για το δυσκολότερο ματς που έχει δώσει κόντρα σε Ολυμπιονίκη, είπε:

«Ήταν απίστευτη εμπειρία. Αν και έχασα, μετά ένιωθα τρία με τέσσερα επίπεδα πιο πάνω, γιατί το να καταφέρω να κοντράρω μια Ολυμπιονίκη, είναι κάτι πολύ δύσκολο. Στη συνέχεια είδα και τον ενθουσιασμό των αντιπάλων μου σχετικά με την ανταγωνιστικότητά μου. Ήμασταν δυο αθλήτριες με τελείως διαφορετικές εικόνες. Εγώ είχα αγωνιστεί περίπου σε 20 αγώνες μέχρι τότε, ενώ εκείνη μπορεί να έδινε 70-80 αγώνες τη χρονιά. Εννοείται πως έχασα, δεν αδικήθηκα προφανώς, όμως το γεγονός πως ήμουν πολύ ανταγωνιστικό, μου έδωσε ώθηση για να συνεχίσω. Είδα πως μπορούσα να ανταπεξέλθω σε αυτό το επίπεδο και μου έδωσε ιδιαίτερη χαρά και ένιωσα μεγάλη τιμή. Ίσως να μην περίμενε αυτή την εικόνα και η ίδια, γιατί στα προηγούμενα δυο παιχνίδια που είχε δώσει πριν από εμένα, είχε κερδίσει και με διακοπή, ενώ εγώ άντεξα τρεις γύρους, οπότε ίσως να μην ήταν τόσο… υποψιασμένη. Όπως και να έχει, εγώ πήρα μεγάλη ώθηση από τα καλά λόγια τόσο της ίδιας, όσο και του προπονητή της. Έχω παίξει και με παγκόσμιες πρωταθλήτριες, μιας και οι αγώνες στην πυγμαχία γίνονται μέσω κλήρωσης και ενδέχεται πολλές φορές να αντιμετωπίσω μεγάλου βεληνεκούς αθλήτριες, σε αγώνες που φυσικά είναι νοκ-άουτ».

Ένας αθλητής ή μια αθλήτρια πυγμαχίας φυσικά δίνει βάση και σε εξωαγωνιστικούς παράγοντες, που παράλληλα ταυτίζονται άμεσα με την καθημερινότητά της. Διατροφή, ψυχολογία και σωματική ακεραιότητα είναι μερικοί από τους βασικούς, με τη διεθνή πυγμάχο να σχολιάζει τα εξης:

«Είναι πολύ απαιτητικό αυτό το κομμάτι. Το ψυχολογικό θέμα είναι το δυσκολότερο που πρέπει να αντιμετωπίσει ο κάθε αθλητής που ασχολείται με τον πρωταθλητισμό. Εμείς έχουμε το θέμα των κιλών, γιατί αγωνιζόμαστε σε κατηγορίες που χωρίζονται με το βάρος. Πέρα από το άγχος που έχουμε να διαχειριστούμε στο κομμάτι του να βγαίνουν σωστά οι προπονήσεις μας χωρίς τραυματισμούς, έχουμε και το θέμα των κιλών. Πρέπει να ακολουθούμε μια συγκεκριμένη διατροφή, να προσπαθούμε να “πιάσουμε” τα κιλά της κατηγορίας μας. Πρέπει να είμαστε απόλυτοι “στρατιώτες” σε αυτό το κομμάτι. Δεν γίνεται να αφήσουμε τέτοιο θέμα μέχρι το τέλος της προετοιμασίας, γιατί μετά πολλές φορές αναγκαζόμαστε να κόψουμε υγρά και να φύγουν γρήγορα κιλά από πάνω μας, το οποίο δεν είναι σωστό, όσο καλό μεταβολισμό και να έχει κανείς. Εγώ προσωπικά έχω βοήθεια σε αυτό το κομμάτι με διατροφολόγο, όμως σίγουρα χρειάζεται και η προσωπική μου θέληση για να πετύχω τους στόχους μου. Είναι δύσκολο σαφώς, γιατί όταν δουλεύει κανείς δεν έχει πάντα τον κατάλληλο και τον σωστό χρόνο για τη διατροφή του, όμως όλα όπως είπα και προηγουμένως είναι θέμα αντίληψης».

-Τι προτείνεις στους νέους, που θα ήθελαν να προσεγγίσουν την πυγμαχία ή άλλα μαχητικά αγωνίσματα;

«Για αρχή προτείνω στους νέους να ασχοληθούν με την πυγμαχία πραγματικά. Πρέπει να επιλέξουν τους σωστούς προπονητές, για να τους βοηθήσουν να αποκτήσουν τις σωστές βάσεις, όχι απαραίτητα στο κομμάτι της πυγμαχίας, αλλά και από ηθικής πλευράς. Πριν ξεκινήσουν την ενασχόλησή τους με το άθλημα, πρέπει να ψάξουν από όλες τις πλευρές το άθλημά τους. Ο κάθε νέος αθλητής πρέπει από το ξεκίνημά του να μαθαίνει σωστά και όχι επιφανειακά το άθλημά του, γιατί αυτό θα τον βοηθήσει σε πολλά πράγματα, όπως είναι το θέμα των τραυματισμών. Για αυτό χρειάζεται ενημέρωση, αρκετές προπονήσεις και αγάπη για αυτό. Αν το διδαχθεί κάποιος σωστά, μπορεί να το αγαπήσει άμεσα, γιατί είναι ένα πολύ δυναμικό άθλημα, είναι εκτόνωση, αλλά και αυτοβελτίωση. Σε αδειάζει από το άγχος και από πολλά προβλήματα και φυσικά είναι ένας εξαιρετικός τρόπος εκγύμνασης, είτε από σωματικής είτε και από ψυχικής πλευράς. Όταν τώρα κάποιος θελήσει να ασχοληθεί με την πυγμαχία επαγγελματικά, πρέπει να είναι συνειδητοποιημένος και γνωρίζει γιατί το κάνει και τους στόχους που θα θέσει, μιας και όπως είπαμε είναι ένα ερασιτεχνικό άθλημα που θέλει πολλές θυσίες. Σαν αθλητισμός η πυγμαχία δεν έχει “ταβάνι”. Σίγουρα ο πρωταθλητισμός έχει ημερομηνία λήξης σε κάθε άθλημα, όμως η πυγμαχία μπορεί να παραμείνει στις ζωές των ανθρώπων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όσο αντέχει ο καθένας θα έλεγα με το δικό του επίπεδο και τα δικά του όρια, είτε αυτά που θα επιλέξει, είτε αυτά που εκ φύσεως μπορεί. Δεν είναι αναγκαίο όλοι να γίνουν πρωταθλητές, αλλά σίγουρα είναι ένα άθλημα που μπορεί να αποτελέσει ένα καλό τρόπο εκγύμνασης για χρόνια».

Κλείνοντας, ο κάθε αθλητής στηρίζεται πάνω σε κάποιους συγκεκριμένους αθλητές που βρίσκονται δίπλα του. Η Εβελίνα Μαυρομμάτη θέλησε να ευχαριστήσει τους δικούς της ανθρώπους λέγοντας:

«Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους προπονητές μου, Πέτρο Γεωργοβρεττάκο και Λευτέρη Λειβάδη, καθώς επίσης και τον υπεύθυνο του τμήματος Μανώλη Ζήκα και όλη την οικογένεια του Ολυμπιακού, διότι αν και η πυγμαχία θεωρείται ατομικό άθλημα, από πίσω κρύβεται ομαδική δουλειά για την επίτευξη των στόχων μας».

Μετά από μια… χορταστική συνέντευξη, υπάρχουν αρκετά συμπεράσματα για τον ερασιτεχνικό αθλητισμό και όχι μόνο, ωστόσο ένα είναι αυτό που μένει στο μυαλό όλων. Ένας αθλητής, όσο και… κλισέ να ακούγεται, εφόσον έχει το πείσμα, τη θέληση και την αγάπη για αυτό που κάνει, έχει τη δυνατότητα να φτάσει σε σπουδαία επιτεύγματα και να αφήσει… τη δική του ιστορία. //


Πηγή