Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατέληξαν σε συμφωνία ως προς το ανώτατο όριο της τιμής του ρωσικού πετρελαίου, όπως ανακοίνωσε αργά το απόγευμα της Παρασκευής (02/12) η τσεχική προεδρία της ΕΕ, μετά και τη συνεδρίαση που διεξήχθη στην Επιτροπή των Μόνιμων Αντιπροσώπων (COREPER II).
Ειδικότερα, η Πολωνία αποδέχθηκε τη συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το ανώτατο όριο τιμής των 60 δολαρίων για το ρωσικό πετρέλαιο που μεταφέρεται μέσω θαλάσσης, επιτρέποντας στην Ευρωπαϊκή Ένωση να προχωρήσει στην επίσημη έγκριση της συμφωνίας το Σαββατοκύριακο, δήλωσε σήμερα ο πρέσβης της Πολωνίας στην ΕΕ Αντρέι Σάντος.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το πλαφόν θα φτάνει σε ποσοστό 5% κάτω από την τιμή που έχει το ρωσικό πετρέλαιο στην παγκόσμια αγορά, επίπεδο που θα αναθεωρείται κάθε δύο μήνες.
Η Βαρσοβία είχε καθυστερήσει να εγκρίνει τη συμφωνία για να εξετάσει έναν μηχανισμό προσαρμογής που θα διατηρούσε το ανώτατο όριο κάτω από την τιμή της αγοράς. Ο Σάντος δήλωσε ότι ο μηχανισμός αυτός θα διατηρήσει το ανώτατο όριο τιμών τουλάχιστον 5% κάτω από την τιμή της αγοράς.
«Η ΕΕ μπορεί τώρα να ξεκινήσει την γραπτή διαδικασία για την έγκριση της συμφωνίας και στοχεύει να την ανακοινώσει επίσημα την Κυριακή», είπε.
Υπενθυμίζεται πως την Πέμπτη (01/12) οι κυβερνήσεις των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχαν συμφωνήσει προσωρινά στην ανώτατη τιμή πώλησης των 60 δολαρίων ανά βαρέλι για το ρωσικό πετρέλαιο που μεταφέρεται μέσω θαλάσσης.
Παράλληλα προβλέφθηκε ένας μηχανισμός προσαρμογής που θα διατηρεί το ανώτατο όριο τιμής στο 5% κάτω από την τιμή της αγοράς, δήλωσε ένα διπλωμάτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Φυσικό αέριο: Κρίσιμη η συνεδρίαση της 13ης Δεκεμβρίου
Στο μεταξύ το θέμα του πλαφόν στο φυσικό αέριο, θα κριθεί στο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας της 13ης Δεκεμβρίου.
Εννιά μήνες μετά τη ρωσική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία που εκτίναξε την τιμή του φυσικού αερίου, η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν έχει αποφασίσει ακόμη για το πλαφόν, που δεν θα επέτρεπε να υπάρξουν στο μέλλον ακραίες τιμές, όπως αυτές τον περασμένο Αύγουστο.
Η δυστοκία αφορά στο μέτρο του πλαφόν, το οποίο έχει διχάσει τις χώρες σε δύο μπλοκ. Το ένα μπλοκ Ελλάδα, στο οποίο πρωτοστατεί η Ελλάδα με το Βέλγιο, την Ισπανία και την Πολωνία, με το οποίο συντάσσονται 15 συνολικά χώρες υποστηρίζει ότι με την επιβολή του πλαφόν θα αποφευχθούν τα φαινόμενα κερδοσκοπίας που ταλαιπωρούν την αγορά και θα αμβλυνθεί το υψηλό κόστος που καλούνται να πληρώσουν οι καταναλωτές και οι κρατικοί προϋπολογισμοί με τις επιδοτήσεις των τιμών.
Το άλλο μπλοκ, στο οποίο κυριαρχούν η Γερμανία και η Ολλανδία, θεωρεί ότι το πλαφόν θα προκαλέσει κίνδυνο ομαλού εφοδιασμού της αγοράς, αν η τιμή του είναι χαμηλότερη από αυτή που είναι διατεθειμένες να πληρώσουν άλλες χώρες που καταναλώνουν υγροποιημένο αέριο, όπως οι ασιατικές.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία είναι αρμόδια για το νομοθετικό έργο της ΕΕ, απέφευγε επί μήνες να παρουσιάσει οποιαδήποτε πρόταση για το πλαφόν. Τον περασμένο μήνα, αφού είχε μεσολαβήσει η Σύνοδος Κορυφής του Οκτωβρίου και μετά από την προειδοποίηση από τις χώρες του πρώτου μπλοκ ότι δεν θα ψήφιζαν τα άλλα μέτρα του πακέτου που προωθούσε, η Επιτροπή ανακοίνωσε μία πρόταση για ένα πλαφόν, η ενεργοποίηση του οποίου, όμως, ουσιαστικά θα ήταν αδύνατη καθώς για να γίνει αυτό θα έπρεπε η τιμή του φυσικού αερίου στο χρηματιστήριο του Αμστερνταμ ( TTF) να διατηρηθεί στα 275 ευρώ η μεγαβατώρα για διάστημα δύο εβδομάδων – ενώ σήμερα είναι κοντά στα 120 ευρώ – και επιπλέον η τιμή του LNG να ήταν μικρότερη κατά τουλάχιστον 58 ευρώ επί 10 ημέρες στην ίδια περίοδο.
Η πρόταση αυτή προκάλεσε αντίδραση από τις χώρες του πρώτου μπλοκ, με τον υπουργό Ενέργειας, Κώστα Σκρέκα, να τονίζει ότι δεν συνιστά πλαφόν και ότι είναι ρεαλιστικό να καθοριστεί αυτό σε ένα εύρος τιμών από 150 έως 200 ευρώ, ενώ οι υπουργοί Ενέργειας της Ισπανίας και της Πολωνίας τη χαρακτήρισαν αστείο. Είναι χαρακτηριστικό ότι με την πρόταση της Κομισιόν, το πλαφόν δεν θα είχε ενεργοποιηθεί ούτε τον Αύγουστο, καθώς οι τιμές τότε είχαν ξεπεράσει τα 275 ευρώ για μία εβδομάδα, καταδεικνύοντας έτσι την αντίφαση σε σχέση με τον στόχο της.
Οι αντιδράσεις μεταφέρθηκαν, όπως αναμενόταν, στο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας την Πέμπτη, στο οποίο έγινε εκτεταμένη συζήτηση και αποφασίσθηκε να μετατεθεί η απόφαση για το επόμενο Συμβούλιο που θα συνεδριάσει στις 13 Δεκεμβρίου. Αν και υπήρχε συμφωνία για τα άλλα δύο θέματα του πακέτου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – τις κοινές προμήθειες αερίου της ΕΕ και την επιτάχυνση της αδειοδότησης των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας – όλο το πακέτο παραπέμφθηκε για έγκριση στην επόμενη σύνοδο.