Το ρεπουμπλικανικό «στρατόπεδο» προσβλέπει στην ενδιάμεση κάλπη για να «εξουδετερώσει» πολιτικές του Τζο Μπάιντεν εντός και εκτός συνόρων. Οι Δημοκρατικοί προειδοποιούν ότι διακυβεύεται η ίδια η Δημοκρατία.
Η πρώτη εκλογική αναμέτρηση μετά το βαθύ τραύμα που υπέστη η αμερικανική Δημοκρατία με την εισβολή της 6ης Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο δεν έρχεται να καθορίσει μόνο το υπόλοιπο της θητείας Μπάιντεν απέναντι σε ένα κατά πάσα πιθανότητα «εχθρικό» Κογκρέσο, ούτε και ο αντίκτυπος της ενδιάμεσης ψήφου των Αμερικανών «τελειώνει» την ημέρα της προεδρικής αναμέτρησης του 2024.
Το κρίσιμο διακύβευμα είναι ότι η ενδιάμεση κάλπη των Ηνωμένων Πολιτειών θα μπορούσε να επιδράσει καταλυτικά στο ενδεχόμενο μίας νέας απόπειρας αμφισβήτησης της εκλογικής έκβασης, στα «πρότυπα» του 2020.
Μεγάλος αριθμός «αρνητών των εκλογών», αξιωματούχοι που αμφισβήτησαν το αποτέλεσμα της προεδρικής μάχης του 2020, βρίσκονται σε τροχιά να κατακτήσουν αξιώματα που θα μπορούσαν να τους επιτρέψουν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο σε οποιεσδήποτε πολιτικές εξελίξεις μετά την κάλπη του 2024.
Οκτώ γερουσιαστές και 139 βουλευτές των Ρεπουμπλικανών συμμετείχαν στην προσπάθεια ανατροπής της εκλογικής έκβασης του 2020 στη βάση των ισχυρισμών του Ντόναλντ Τραμπ περί νοθείας. Πολλοί εξ αυτών είναι πιθανό να επανεκλεγούν και ενδέχεται να προστεθούν και νέα μέλη που επίσης έχουν εκφράσει αβάσιμες αμφιβολίες για το αδιάβλητο των εκλογών του 2020.
«Η παρουσία τους στο Κογκρέσο αποτελεί κίνδυνο για τη Δημοκρατία, κάτι που θα πρέπει να έχει στη σκέψη του κάθε ψηφοφόρος», αναφέρεται στο κεντρικό άρθρο των New York Times εν όψει της ψηφοφορίας.
Η αμερικανική εφημερίδα επισημαίνει ότι επί της ουσίας ο μεγαλύτερος κίνδυνος μπορεί να προέλθει από τα αποτελέσματα των πολιτειακών και τοπικών εκλογών που θα καθορίσουν ποιοι θα είναι υπεύθυνοι για τη διεξαγωγή της εκλογικής διαδικασίας και την καταμέτρηση των ψήφων των προεδρικών εκλογών του 2024.
Τις κρίσιμες εβδομάδες που ακολούθησαν τις εκλογές του 2020, η απόπειρα του Ντόναλντ Τραμπ και των υποστηρικτών του να αμφισβητήσουν το εκλογικό αποτέλεσμα προσέκρουσε κυρίως σε δύο στοιχεία: Πρώτον, την αδυναμία τους να παράσχουν αξιόπιστες αποδείξεις ότι υπήρξε νοθεία, και δεύτερον στους εκλογικούς αντιπροσώπους που αρνήθηκαν να δεχθούν τα αβάσιμα επιχειρήματα.
Την τελευταία διετία, οι Ρεπουμπλικανοί σε δεκάδες πολιτείες προσπάθησαν να διαλύσουν αυτή την υποδομή, ιδιαίτερα καλύπτοντας βασικές θέσεις με υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ, επισημαίνουν οι ΝΥΤ -«αντί να απειλούν μέλη εκλογικών επιτροπών, θα είναι οι ίδιοι τα μέλη των εκλογικών επιτροπών».
Δεκάδες εκατομμύρια Αμερικανοί -η πλειοψηφία των υποστηρικτών των Ρεπουμπλικανών- πιστεύουν μέχρι και σήμερα τη θεωρία πως η ήττα του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του 2020 ήταν αποτέλεσμα νοθείας, παρότι δεν υπήρξε και δεν υπάρχει καμία απόδειξη επ’ αυτού.
Ο ίδιος ο τέως πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών συμμετέχει ενεργά στην προεκλογική εκστρατεία υποψήφιων βουλευτών και γερουσιαστών που τον στηρίζουν, και αναμένεται προσεχώς να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του για την κάλπη του 2024. Ο Ντόναλντ Τραμπ προτάσσει την οικονομία και την ασφάλεια απέναντι στον Τζο Μπάιντεν, ο οποίος προειδοποιεί ότι στην κάλπη διακυβεύεται η Δημοκρατία και αναδεικνύει τον κίνδυνο διολίσθησης των ΗΠΑ σε πολιτική βία.
Μετά την εισβολή της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο, το μείγμα βίαιου λόγου, θεωριών συνωμοσίας και παραπληροφόρησης στο Διαδίκτυο, έχει καταστεί ακόμη πιο επικίνδυνο.
Η πρόσφατη επίθεση στον σύζυγο της Νάνσι Πελόζι από 42χρονο που ασπαζόταν και διακινούσε θεωρίες συνωμοσίας -και ο οποίος είχε στόχο την ίδια την πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων- έδειξε να επιβεβαιώνει τους χειρότερους φόβους για τον κίνδυνο που διατρέχει η ζωή και η ασφάλεια μελών του αμερικανικού Κογκρέσου εν μέσω ακραίας πόλωσης.
Αν και οι απειλές έχουν αυξηθεί από κάθε πλευρά του πολιτικού φάσματος, το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ έχει εδώ και καιρό προειδοποιήσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν κίνδυνο από «βίαιους εγχώριους εξτρεμιστές» που έχουν «ενθαρρυνθεί» από την εισβολή της 6ης Ιανουαρίου και καθοδηγούνται από «ψευδή αφηγήματα».
Εν όψει της ενδιάμεσης κάλπης η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει αποστείλει ειδοποίηση προς όλες τις αρχές επιβολής του νόμου ανά τη χώρα, στην οποία γίνεται λόγος για «αυξημένη απειλή» εγχώριου βίαιου εξτρεμισμού κατά υποψηφίων και εκλογικών αντιπροσώπων.
Μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο, τα μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου αναφέρουν ότι νιώθουν όλο και μεγαλύτερη ανασφάλεια τόσο στην Ουάσινγκτον, όσο και στις εκλογικές τους περιφέρειες.
Ο αριθμός των καταγεγραμμένων απειλών κατά βουλευτών και γερουσιαστών έχει υπερδεκαπλασιαστεί στα πέντε χρόνια κατόπιν της εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, το 2016, βάσει των στοιχείων της Αστυνομίας του Καπιτωλίου. Μόνο τους τρεις πρώτους μήνες του 2022 καταγράφηκαν περισσότερα από 1.800 περιστατικά.
cnn.gr