Για όποιον έχει παρακολουθήσει τον τρόπο με τον οποίο διεξάγει πολέμους ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, πρόκειται για ένα οικείο μοτίβο, επισημαίνει το CNNi. Ο στρατός της Ρωσίας έχει μια «κουλτούρα βαρβαρότητας» και περιφρόνησης για τους νόμους των ένοπλων συγκρούσεων που έχει τεκμηριωθεί εκτενώς στο παρελθόν.
«Η ιστορία των στρατιωτικών επεμβάσεων της Ρωσίας, είτε είναι στην Ουκρανία, είτε στη Συρία, είτε στη στρατιωτική της εκστρατεία στο εσωτερικό στην Τσετσενία, είναι μολυσμένη με κατάφωρη περιφρόνηση του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου», δήλωσε η Ανιές Καλαμάρ, Γενική Γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας.
«Ο ρωσικός στρατός αψήφησε επανειλημμένα τους νόμους του πολέμου, αποτυγχάνοντας να προστατεύσει τους αμάχους και πραγματοποιώντας ακόμη και άμεσες επιθέσεις. Οι ρωσικές δυνάμεις εξαπέλυσαν επιθέσεις αδιακρίτως, χρησιμοποίησαν απαγορευμένα όπλα και μερικές φορές -προφανώς εσκεμμένα- στόχευσαν αμάχους και πολιτικούς στόχους, κάτι που συνιστά έγκλημα πολέμου», συνέχισε.
Αυτή η δήλωση, που έγινε λιγότερο από ένα μήνα πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αποδείχθηκε δυστυχώς προφητική. Τις πρώτες εβδομάδες του πολέμου, η διεθνής κοινότητα αντέδρασε με τρόμο καθώς οι ουκρανικές πόλεις υπέστησαν ανελέητους ρωσικούς βομβαρδισμούς. Προστατευμένες μη στρατιωτικές υποδομές χτυπήθηκαν, όπως κάποτε ρωσικά αεροσκάφη στόχευαν σχολεία και νοσοκομεία της Συρίας.
Αλλά οι σκηνές που εκτυλίσσονται σε μέρη όπως η Μπούτσα, υποδηλώνουν ένα οικείο είδος βίας, κάτι που θυμίζει τον πόλεμο της Ρωσίας στην Τσετσενία.
Κατά τη διάρκεια του δευτέρου πολέμου στην Τσετσενία, που συνέπεσε με την άνοδο του Πούτιν στην εξουσία, υπήρξαν επίσης ισχυρισμοί για εκτεταμένη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τα ρωσικά στρατεύματα. Το 2000, οι ερευνητές του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τεκμηρίωσαν τη συνοπτική εκτέλεση τουλάχιστον 60 αμάχων σε δύο προάστια του Γκρόζνι, της πρωτεύουσας της Τσετσενίας.
Οι ντόπιοι ανακάλυψαν ομαδικούς τάφους στην Τσετσενία. Αξιωματούχοι πραγματοποίησαν διερευνητικά ταξίδια στην περιοχή και έκαναν ανησυχητικές δηλώσεις σχετικά με τις αναφορές για κακοποίηση και δολοφονίες. Αυτές οι δηλώσεις δεν εμπόδισαν τον ρωσικό στρατό από το να συνεχίσει την ανελέητη εκστρατεία «ειρήνευσης».
Παρόμοια στοιχεία για εκτελέσεις με συνοπτικές διαδικασίες βρίσκονται σε αφθονία σε πόλεις όπως η Μπούτσα. Ομάδα του CNNi επισκέφτηκε το υπόγειο ενός κτιρίου και είδε τις σορούς πέντε ανδρών προτού μεταφερθούν από μια ουκρανική ομάδα. Ένας σύμβουλος του Ουκρανού υπουργού Εσωτερικών, ο Άντον Γκερασένκο, είπε στο CNNi ότι οι πέντε άνδρες βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν από Ρώσους στρατιώτες.
Το CNNi δεν μπορεί να επαληθεύσει ανεξάρτητα τους ισχυρισμούς του Γκερασένκο. Αλλά εξίσου ανησυχητική είναι η υποτιθέμενη μεταχείριση των Ουκρανών αιχμαλώτων πολέμου από τις ρωσικές δυνάμεις. Η διαμεσολαβήτρια ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ουκρανικού κοινοβουλίου, Λουντμίλα Ντενίσοβα, δήλωσε τη Δευτέρα ότι η μεταχείριση των αιχμαλώτων πολέμου από τη Ρωσία παραβιάζει τις Συνθήκες της Γενεύης, παρουσιάζοντας μια υπόθεση για πιθανές διώξεις εγκλημάτων πολέμου.
Σε μια ανάρτηση στο Facebook τη Δευτέρα, η Ντενίσοβα είπε ότι οι απελευθερωμένοι Ουκρανοί στρατιώτες «μίλησαν για την απάνθρωπη μεταχείρισή τους από τη ρωσική πλευρά: τους κρατούσαν σε ένα χωράφι, σε ένα λάκκο, σε ένα γκαράζ. Κατά περιόδους, ένας έβγαινε έξω: τον ξυλοκοπούσαν με τουφέκια, πυροβολούσαν δίπλα στο αυτί τους, τους εκφόβιζαν». Το CNNi δεν μπορεί να επαληθεύσει ανεξάρτητα τους ισχυρισμούς της Ντενίσοβα.
Ο Ιγκόρ Ζντάνοφ, ανταποκριτής για το ρωσικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων RT, δημοσίευσε βίντεο στις 22 Μαρτίου που απεικονίζουν Ουκρανούς αιχμαλώτους πολέμου να υποβάλλονται σε διαδικασία «διαχωρισμού» -σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ζντάνοφ- μετά τη σύλληψή τους. Στα βίντεο απεικονίζονται Ρώσοι μασκοφόροι οι οποίοι ψάχνουν τους αιχμαλώτους τους για τατουάζ ή άλλα χαρακτηριστικά, τα οποία υποτίθεται ότι θα έδειχναν τη σύνδεση με εθνικιστές ή «νεοναζιστικές» ομάδες που οι Ρώσοι έχουν χαρακτηρίσει ως κύριο εχθρό τους στην Ουκρανία.
Στην ανάρτησή του, ο Ζντάνοφ υποστήριξε ότι οι Ουκρανοί αιχμάλωτοι τυγχάνουν ανθρώπινης μεταχείρισης. Όμως η επιλογή των λέξεων του ήταν αξιοσημείωτη. Κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Τσετσενία, οι ρωσικές δυνάμεις χρησιμοποιούσαν τα λεγόμενα «στρατόπεδα διαχωρισμού» που χρησιμοποιούνταν για να ξεχωρίσουν τους αμάχους από τους αντάρτες μαχητές. Η θρυλική Ρωσίδα ερευνήτρια Άννα Πολιτόφσκαγια συγκέντρωσε μαρτυρίες από Τσετσένους πολίτες που κρατούνταν στα εν λόγω κέντρα. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες αυτές, κρατούνταν σε λάκκους και υποβάλλονταν σε ηλεκτροπληξία, ξυλοδαρμούς και ανελέητες ανακρίσεις.
Οι ρωσικές δυνάμεις έχουν επίσης βάλει στο στόχαστρο Ουκρανούς δημάρχους τους οποίους απαγάγουν, και σε τουλάχιστον μία περίπτωση, Ουκρανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι υπήρξε δολοφονία.
«Αυτή τη στιγμή, 11 δήμαρχοι από τα περίχωρα του Κιέβου, της Χερσώνας, του Μικολάιβ και του Ντόνετσκ βρίσκονται σε ρωσική αιχμαλωσία», ανέφερε η αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Ουκρανίας, Ιρίνα Βερέτσουκ, σε μήνυμα που αναρτήθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την Κυριακή. Σύμφωνα με την ίδια, η ουκρανική κυβέρνηση έμαθε το Σάββατο ότι η Όλγκα Σουχένκο, δήμαρχος του Μοτζιχίν, ενός χωριού στην περιοχή του Κιέβου, σκοτώθηκε υπό την κράτηση των ρωσικών δυνάμεων.
Ο Ιβάν Φεντόροφ, δήμαρχος της Μελιτόπολης, στα νότια της Ουκρανίας, ο οποίος συνελήφθη από τις ρωσικές δυνάμεις αλλά στη συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος στο πλαίσιο ανταλλαγής αιχμαλώτων, δήλωσε ότι οι ρωσικές δυνάμεις που κατέλαβαν την πόλη του ιδιοποιούνται τοπικές επιχειρήσεις, λέγοντας ότι «η κατάσταση είναι δύσκολη, γιατί οι Ρώσοι στρατιώτες αυτοανακηρύσσονται «Αρχές» της περιοχής, αλλά φυσικά δεν τους νοιάζουν οι άνθρωποι και τα προβλήματά τους, τους νοιάζει μόνο να πάρουν τα χρήματα από τους επιχειρηματίες, [και να πάρουν] τις επιχειρήσεις τους».
Ήδη, πολύ πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, ο ρωσικός στρατός φημιζόταν για τη σκληρότητά του. Η Ρωσία διαθέτει ένα υβριδικό σύστημα ανθρώπινου δυναμικού με μισθοφόρους στρατιώτες και στρατεύσιμους. Παρόλο που η ρωσική κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι έχει κάνει βήματα προς την επαγγελματοποίηση των δυνάμεών της, ο στρατός της χώρας εξακολουθεί να έχει ένα βάναυσο σύστημα καταδίωξης γνωστό ως ‘dedovshchina’, μια διαβόητη παράδοση που ενθαρρύνει τους ανώτερους στρατεύσιμους να ξυλοκοπούν, να κακοποιούν ή ακόμα και να βιάζουν νεότερους στρατεύσιμους.
Ο Πούτιν ανακοίνωσε πρόσφατα ένα διάταγμα για την εαρινή στράτευση, θέτοντας στόχο τα 134.500 άτομα, που θα κληθούν στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις. Ο Ρώσος πρόεδρος αρχικά υποστήριξε ότι οι Ρώσοι στρατεύσιμοι δεν θα συμμετείχαν σε αυτό που η Ρωσία είχε ευφημιστικά αποκαλέσει «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» στην Ουκρανία. Αλλά το ρωσικό υπουργείο Άμυνας παραδέχθηκε στη συνέχεια ότι κληρωτοί πολεμούσαν στην Ουκρανία και οι ουκρανικές δυνάμεις ισχυρίζονται ότι έχουν αιχμαλωτίσει σημαντικό αριθμό Ρώσων στρατευσίμων.
Οι Ουκρανοί ερευνητές ξεκινούν ήδη ποινικές έρευνες για αυτά που αποκαλούν εγκλήματα από τις ρωσικές δυνάμεις, καθώς περισσότερες περιοχές απελευθερώνονται από τον ρωσικό έλεγχο, ιδιαίτερα γύρω από το Κίεβο και τη βόρεια πόλη Τσερνίχιβ.
Θα περάσουν μέρες, ή ίσως εβδομάδες, για να υπάρξει μια πληρέστερη εικόνα του τι συνέβη στην Μπούτσα. Αλλά αν το παρελθόν συνιστά οδηγό, δεν υπάρχει ελπίδα οι Ρώσοι δράστες να οδηγηθούν στη δικαιοσύνη.
In Russia’s military, a culture of brutality runs deep, Analysis by Nathan Hodge, CNN
cnn.gr