Η επιλογή της Τουρκίας να κλιμακώσει την ένταση αναβαθμίζει και το επίπεδο της ελληνικής προετοιμασίας για την αποτροπή της.
Για την Αθήνα οι τουρκικές ενέργειες που θα ανέβαζαν την ένταση ήταν αναμενόμενες αμέσως μετά το ταξίδι του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ.
Άλλωστε η προειδοποιητική βολή του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προ της αναχώρησης του Κυριάκου Μητσοτάκη για την Ουάσιγκτον, ούτε πέρασε χαμηλά από τα ελληνικά ραντάρ, αλλά ούτε και υποβαθμίστηκε.
«Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια Ελλάδα που προτείνει στις ΗΠΑ “να μην δώσουν τα F-16 στην Τουρκία”. Μετά από αυτό δεν υπάρχει κανένας με το όνομα Μητσοτάκης για μένα»: με τη φράση αυτή, ο Τούρκος Πρόεδρος, επέλεξε να δυναμιτίσει το ήδη θερμό κλίμα που διαμόρφωναν οι επιτελείς της Άγκυρας, αφενός με την ακραία παραβίαση των τουρκικών μαχητικών τα οποία πέταξαν στα 2,5 ν.μ από την Αλεξανδρούπολη και αφετέρου με την αύξηση της πίεσης των προσφυγικών ροών στα θαλάσσια και στα χερσαία σύνορα.
Ευθεία αλλά διαφορετικά χρωματισμένη ήταν η απάντηση που ήρθε απόν κυβερνητικό εκπρόσωπο:
«Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης υπερασπίζεται σθεναρά και αποτελεσματικά τόσο τα εθνικά μας δίκαια όσο και τη διεθνή νομιμότητα. Η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι ισχυρά βασισμένη στην ιστορία, το διεθνές δίκαιο και τις συμμαχίες μας, όσο κι αν αυτό ενοχλεί κάποιους. Δεν θα μπούμε σε αντιπαράθεση δηλώσεων με την ηγεσία της Τουρκίας. Η πολιτική μας είναι πολιτική αρχών», ανέφερε ο Γιάννης Οικονόμου.
Δεν περνούν βέβαια απαρατήρητες από έμπειρες πηγές ενημέρωσης, οι ομοιότητες στην τελευταία αποστροφή Ερντογάν με την απειλή που είχε εκστομίσει και κατά την κρίση του 2020.
Τότε, γινόταν γνωστό κατά τη διάρκεια της βουλγαρικής διαμεσολάβησης, ότι ο Τούρκος Πρόεδρος διαμήνυε ό,τι «δεν θα ξανακαθόταν στο ίδιο τραπέζι με τον Κυριάκο Μητσοτάκη».
Στο ίδιο μοτίβο, υπενθυμίζουν οι ίδιες πηγές ενημέρωσης, είχαν κινηθεί οι δηλώσεις του Τούρκου προέδρου μετά το ραντεβού με τον Κυριάκο Μητσοτάκη τον Ιούνιο του 2021 στο ΝΑΤΟ.
Μπορεί να μεσολάβησαν τα ομολογουμένως «ήρεμα νερά», όπως είχε κωδικοποιηθεί η «συμφωνία κυρίων», όμως επανήλθαν οι τουρκικές διεκδικήσεις για αποστρατικοποίηση των ελληνικών νησιών και οι απειλές.
Ο Ερντογάν, σύμφωνα με την κυρίαρχη ανάλυση, πρόδωσε τον εκνευρισμό του γιατί η ελληνική αποστολή στις ΗΠΑ, έστρεψε τα αμερικανικά μάτια στο Οβάλ Γραφείο, στο State Department και στο Κογκρέσο, στον χάρτη που θεωρείται πειστήριο του τουρκικού αναθεωρητισμού.
Ο Ταγίπ Ερντογάν δεν επανάφερε στη ρητορική του μόνο τον όρο της «Γαλάζιας Πατρίδας» αλλά τον πλαισίωσε με την ασφάλεια που θα παρέχουν τα έξι υποβρύχια, ίδιου τύπου με τα κλάσης «Παπανικολής» που διαθέτει ο ελληνικός στόλος.
Πρόκειται για ζήτημα για το οποίο έχουν αναληφθεί ελληνικές παρεμβάσεις σε διμερές επίπεδο με το Βερολίνο αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να μπει φρένο στην ολοκλήρωση της ναυπήγησης τους.
Σε κάθε περίπτωση, η Αθήνα καθιστά σαφές ότι δεν θα παρασυρθεί στην επικοινωνιακή παγίδα που στήνει η Άγκυρα.
«Δεν πρόκειται να μας αποπροσανατολίσουν από την σταθερή στρατηγική αποφασιστικής αντιμετώπισης των προκλήσεων, σθεναρής υπεράσπισης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, αλλά και του Διεθνούς Δικαίου σε όλα τα φόρα που συμμετέχουμε» είναι το μήνυμα που εκπέμπεται.
Από την άλλη, είναι ξεκάθαρο ότι ο σχεδιασμός που ξεδιπλώνεται από την τουρκική ηγεσία έχει ως ορόσημο την επικείμενη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στα τέλη του ερχόμενου μήνα.
Έως τότε εκτιμάται ότι θα κορυφωθούν και οι σπασμωδικές κινήσεις αλλά και οποιαδήποτε ενέργεια θα επιτρέψει στον Ταγίπ Ερντογάν να «πλασαριστεί» σε καλύτερη θέση στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τους συμμάχους.
cnn.gr