Ο άγιος Εθελβέρτος (ή Εδιλβέρτος), πρώτος χριστιανός βασιλιάς της Αγγλίας, βασίλευε στο Κεντ ήδη τριάντα έξι χρόνια και είχε αποκτήσει την υπεροχή μεταξύ των αγγλοσαξωνικών πριγκιπάτων (Επταρχίας) που περιλάμβαναν την σημερινή Αγγλία, όταν ο άγιος Αυγουστίνος [26 Μαΐου], σταλμένος από την Ρώμη επί πάπα αγίου Γρηγορίου, επικεφαλής σαράντα μοναχών ιεραποστόλων, αποβιβάστηκε στο Θάνετ, κοντά στις εκβολές του Τάμεση, για να φέρουν το φως του Ευαγγελίου.
Ευνοϊκά διατεθειμένος απέναντι στους χριστιανούς χάρις στην επίδραση της συζύγου του Βέρθας, θυγατέρας του Καριβέρτου, βασιλιά των Φράγκων και απογόνου του Χλοδοβίκου, ο βασιλιάς, που ήταν ακόμη ειδωλολάτρης, δέχθηκε τους ιεραποστόλους καθισμένος κάτω από μια βελανιδιά περιτριγυρισμένος από πολυπληθή συνοδεία. Τους άκουσε με ευμένεια και τους έδωσε την άδεια να κηρύξουν στο βασίλειό του για να μεταστρέψουν όποιον επιθυμούσαν. Τους κάλεσε μάλιστα να εγκατασταθούν κοντά στην πρωτεύουσα, Κάντορμπέρυ, γύρω από ένα ερειπωμένο εκκλησάκι αφιερωμένο στον άγιο Μαρτίνο της Τουρ.
Η πολιτεία των ιεραποστόλων αυτών, όμοια απολύτως με εκείνη των αποστόλων, καθώς και τα κηρύγματά τους, προσείλκυαν καθημερινά όλο και περισσότερους προσήλυτους και σύντομα και ο ίδιος ο βασιλιάς ζήτησε να λάβει το Βάπτισμα από τα χέρια του αγίου Αυγουστίνου, την ημέρα της Πεντηκοστής του 597. Πλήθος υπηκόων του ακολούθησαν το παράδειγμά του και τα Χριστούγεννα του ίδιου έτους, ο άγιος Αυγουστίνος, επιστρέφοντας από την Αρελάτη (Αρλ), όπου είχε χειροτονηθεί επίσκοπος, βάπτισε περισσότερους από δέκα χιλιάδες. Προσέρχονταν στην πίστη ελεύθερα και δίχως καταναγκασμό, γιατί ο βασιλιάς είχε μάθει από τους διδασκάλους του, ότι αυτοβούλως και όχι με την βία πρέπει κανείς να εισέρχεται στην υπηρεσία του Χριστού.
Τις επόμενες ημέρες ο νεόφυτος βασιλιάς παραχώρησε το ίδιο του το παλάτι στον αρχιεπίσκοπο, για να χρησιμεύσει ως μοναστήρι και έκτισε σε κοντινή απόσταση, πάνω στα ερείπια μιας παλαιάς εκκλησίας, μια βασιλική, την Christ Church, που έμελλε να παραμείνει ανά τους αιώνες η μητρόπολη της Αγγλίας. Λίγο μακρύτερα, ίδρυσε επίσης το πελώριο μοναστήρι του Πέτρου και Παύλου που εν συνεχεία αφιερώθηκε στον άγιο Αυγουστίνο και έγινε όχι μόνο η νεκρόπολις των βασιλέων και πρωθιεραρχών της Αγγλίας, αλλά και η εστία της θρησκευτικής ζωής του βασιλείου. Στην συνέχεια έκτισε τον καθεδρικό ναό του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο.
Με την υπόδειξη του πάπα αγίου Γρηγορίου, ο βασιλιάς έδωσε εντολή να καταστραφούν οι ειδωλολατρικοί ναοί και εργάστηκε για την μεταστροφή των γειτόνων πριγκίπων. Με μεγάλο ζήλο για την ευσέβεια και για τις αγαθοεργίες, κυβέρνησε ως πατέρας μάλλον παρά ως αυθέντης το κράτος του και εξέδωσε τους πρώτους γραπτούς νόμους του αγγλικού λαού.
Ο άγιος Εθελβέρτος εκοιμήθη εν ειρήνη, στις 24 Φεβρουαρίου 616, μετά από βασιλεία πενήντα έξι χρόνων και ενταφιάσθηκε στον ναό των αγίων Πέτρου και Παύλου. Πάνω από τον τάφο του διατηρούνταν ακοίμητη κανδύλα, όπου επιτελούνταν πολλά θαύματα μέχρι την εποχή της μεταρρύθμισης του Ερρίκου του 8ου (1538).
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος έκτος, Φεβρουάριος. Εκδόσεις Ορμύλια, σελ. 275.
Πηγή